Έχει το παρατσούκλι “kill Bill”. Στην πραγματικότητά, όμως, δεν αναζητά εκδίκηση. Είναι, απλά, ένα παιδί που κυνηγάει τα όνειρά του και θέλει να κάνει περήφανο τον πατέρα του.
Λένε πως δεν μπορείς να αποφύγεις το πεπρωμένο σου. Λένε, επίσης, πως όταν υπάρχει χημεία, μαγεία και κυρίως ηλεκτρισμός, θα το νιώσεις από την πρώτη στιγμή... Έτσι είναι και στην ιστορία του Βασίλη Σπανούλη. Εκεί που κάποτε προμηθευόταν φάρμακα ο πατέρας του, υπέγραψε στον Παναθηναϊκό. Εκείνο που κάποτε του έφερε ως δώρο ο πατέρας του, λίγο έλειψε να του αλλάξει, τελικά, τη ζωή. Κι εκείνο που έπιασε στα χέρια του σε ηλικία περίπου δέκα ετών, ήταν εκείνο που τον έκανε να ανατριχιάσει και να καταλάβει ότι θα του ορίσει το μέλλον. Το gazzetta.gr παρουσιάζει τις... πέντε ζωές του πολυτιμότερου παίκτη του φάιναλ φορ! Όσα, δηλαδή, και τα κεφάλαια σε κάθε “Kill Bill” του Κουέντιν Ταραντίνο.
Chapter One!
Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του '90, ο Θάνος ο Λαρισαίος κατέβαινε στην Αθήνα για να προμηθευτεί προϊόντα για το μαγαζί του. Η Βιανέξ ήταν μια από τις αποθήκες που θα επισκεπτόταν για να γεμίσει τη δική του φαρμακαποθήκη που διατηρούσε στη Λάρισα. Μαζί με τη γυναίκα του Γεωργία είχαν δύο παιδιά. Τον Δημήτρη, γεννημένο το 1979 και τον Βασίλη, ο οποίος γεννήθηκε τρία χρόνια αργότερα, στις 7 Αυγούστου του 1982.
Στις αλάνες της γειτονιάς τα δύο αδέλφια θα μεγαλώσουν όπως όλα τα παιδιά της γενιάς τους. Περνούσαν από άθλημα σε άθλημα, μέχρι τη στιγμή που θα βρισκόταν κάτι ξεχωριστό. Ποδόσφαιρο, κολύμπι, στίβος και μια διαφορετική επαφή. “Μόλις έπιασα την μπάλα, είπα πως με αυτό θα ασχοληθώ”, θα πει ο Βασίλης Σπανούλης, περιγράφοντας τον ηλεκτρισμό που ένιωσε στην επαφή του με την πορτοκαλί θεά. Κι έτσι αρχίζει η ιστορία του Θανάση και της Γεωργίας από τη Λάρισα, να γίνεται το backround του Βασίλη Σπανούλη.
Στα 12 του χρόνια έχει αρχίσει να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του, ακόμα και από τον αδελφό του. “Εγώ θα γίνω μπασκετμπολίστας. Είμαι καλός”, είπε σε παιδική ακόμα ηλικία, όμως ουδείς του το αρνήθηκε. Ξεκινάει στο παιδικό του Κεραυνού Λάρισας και ένα χρόνο αργότερα ο πατέρας του, επιστρέφοντας από την Αθήνα θα του φέρει ένα ξεχωριστό δώρο. Μια φανέλα των πρωταθλητών ΝΒΑ Χιούστον Ρόκετς. Τότε, δεν μπορούσε παρά να είναι το απαραίτητο αξεσουάρ του καλοκαιριού για ένα μικρό παιδί. Αργότερα, έμοιαζε σαν μια τραγική ειρωνεία, σαν ένα παιχνίδι της μοίρας που ούτε καν μπορεί να συλλάβει ο νους.
Ο πατέρας του πάντα το έλεγε... “Κοιτάξτε τον καλά, μια μέρα θα γίνει μεγάλος μπασκετμπολίστας”. Περηφανευόταν στους φίλους του στη Λάρισα κι ας ήταν ο Σπανούλης μόλις 14 ετών. Ο Θανάσης Σπανούλης, όμως, δεν θα προλάβαινε να δει τον γιο του να τον βγάλει αληθινό. Δεν θα προλάβει να πει στους φίλους του “σας τα έλεγα εγώ”. Ούτε να πάρει ως δώρο από τον γιο του μια φανέλα των Ρόκετς με το όνομά του στην πλάτη. Το 1997, ο ιδιοκτήτης της φαρμακαποθήκης, ο Θάνος ο Λαρισαίος, θα φύγει από τη ζωή και ο πόνος για την απώλεια θα αλλάξει τον Βασίλη. «Ήταν η μέρα που αποφάσισα πως πρέπει να παλέψω σκληρά για να επιβιώσω. Συνειδητοποίησα πως πρέπει να βγω στην επίθεση για να αμυνθώ. Ήταν μια δύσκολη εποχή όταν έφυγε ο πατέρας μου. Ακόμη μου στοιχίζει η απουσία του. Ήμασταν πάντα δεμένη οικογένεια, τώρα δίχως τον πατέρα μου είμαστε πέντε φορές πιο δεμένοι μεταξύ μας και με τη μητέρα και με τον αδερφό μου και με τη γιαγιά μου”.
Η παιδικότητα έχει πια χαθεί και ο Βασίλης, παίκτης του ΓΣ Λάρισας, πεισμώνει για να δικαιώσει τον πατέρα του. Ο αδελφός του θα είναι πάντα στο πλευρό του, χωρίς κανένα ίχνος ζήλιας ή ανταγωνισμού που αρκετές φορές παρατηρείται όταν δύο αδέλφια “μεγαλώνουν” στον ίδιο χώρο. “Είναι ο καλύτερός μου φίλος και συμβουλάτοράς μου. Είναι ο πιο αυστηρός κριτής μου, την καλύτερη εμφάνιση να κάνω, πάντα θα βρει ψεγάδι. Ο αδερφός μου είναι ο άνθρωπος που με κρατάει σε εγρήγορση. Με όποιον αντίπαλο κι αν παίζουμε ακόμη και με θεωρητικά εύκολους, μου μιλάει συνέχεια και με κρατάει σε εγρήγορση. Με… ξυπνάει, μου δίνει πάντα έξτρα κίνητρο”.
Μέσα από το πείσμα και την δουλειά, αρχίζει η ραγδαία εξέλιξη του Βασίλη Σπανούλη. Αρχίζει να αναπτύσσει και να εξελίσσει το ταλέντο του και το 1999 είναι πλέον επαγγελματίας παίκτης. Στο πρώτο συμβόλαιο αμειβόταν με 170.000 δραχμές... Η πορεία του, όμως, έμοιαζε να είναι από καιρό αποφασισμένη. Έστω κι αν ο ίδιος δεν θα μπορούσε να το γνωρίζει!
Chapter Two!
Μετά από τρεις σεζόν με τον Γυμναστικό, η σκάλα για τον παράδεισο εμφανίστηκε μπροστά του. Η σκάλα που τον ανέβαζε στον ουρανό και θα έκανε περήφανο τον πατέρα του. Το Μαρούσι είναι εκείνο που θα κερδίσει την υπογραφή του το καλοκαίρι του 2001 και ο Βασίλης Σπανούλης θα τα δώσει όλα για να φτάσει εκεί που ο Θανάσης ονειρευόταν... “Μαθαίνω πολλά δίπλα σε παίκτες όπως ο Κοχ, ο Όλιβερ και ο Κορωνιός", είχε τονίσει στις πρώτες του ημέρες στην Αθήνα και κάθε χρόνο θα παρουσιάζεται καλύτερος. Η συμμετοχή του την πρώτη σεζόν θα είναι περίπου στα δέκα λεπτά ανά αγώνα, όχι άσχημα για έναν ρούκι στην Α1 και σε μια ομάδα που μπήκε στα πλέι οφ και έφτασε στο φάιναλ φορ του κυπέλλου.
Η αναγνώριση ήρθε στη δεύτερή του σεζόν στο Μαρούσι, όταν πλέον ο Παναγιώτης Γιαννάκης θα είναι προπονητής στην ομάδα των βορείων προαστίων. Με 10,8 πόντους και 6,4 ασίστ οδήγησε την ομάδα στο φάιναλ φορ του FIBA EuroCup και αναδείχθηκε καλύτερος έκτος παίκτης και ρούκι της σεζόν στο ελληνικό πρωτάθλημα. Ήταν, πλέον, φανερό πως ο Βασίλης Σπανούλης ήταν φτιαγμένος για να φτάσει ψηλά και, απλά, ήταν θέμα χρόνου το πότε θα κάνει το επόμενο βήμα. Με το Μαρούσι θα παίξει στον τελικό της Α1 τη σεζόν 2003-04 και το άστρο του αρχίζει να λάμπει ψηλότερα απ' όλα τα υπόλοιπα. Θα κάνει καταπληκτικά παιχνίδια απέναντι στην ΑΕΚ και ο Γιαννάκης θα τον πάρει κοντά του στην Εθνική ομάδα.
Παρά το γεγονός ότι η επιλογή του θα αποτελέσει αφορμή για κριτική, ο Σπανούλης θα προσπαθήσει να τον δικαιώσει, ενώ το ίδιο καλοκαίρι θα έρθει και η επιλογή του στο Draft από τους Ντάλας Μάβερικς, οι οποίοι στη συνέχεια θα παραχωρήσουν τα δικαιώματά του στους Ρόκετς. Στο 2004 ξεκινάει η τελευταία του σεζόν στο Μαρούσι. Όντας, πλέον, πρωταγωνιστής και ηγέτης της ομάδας του, θα την οδηγήσει στην δεύτερη θέση στην κανονική διάρκεια του πρωταθλήματος, αλλά όχι και στον τελικό, αφού η ΑΕΚ αυτή τη φορά θα πάρει εκδίκηση. Το όνομά του θα αρχίσει να γίνεται γνωστό στην Ευρώπη, τόσο λόγω της παρουσίας του στο Βελιγράδι με την Εθνική, όσο και λόγω Uleb Cup. Οι τίτλοι του καλύτερου έκτου παίκτη της χρονιάς και ρούκι της χρονιάς θα έρθουν εκ νέου, αλλά αυτή τη φορά σε διεθνές επίπεδο. Ο επίλογος δεν θα αργούσε...
abaddon Αρχαιος
Αριθμός μηνυμάτων : 2460 Ημερομηνία εγγραφής : 27/07/2009 Ηλικία : 46 Τόπος : Πειραιάς
"Πρόεδρε , είχα ηθική υποχρέωση να μιλήσω πρώτα μαζί σου. Σε ευχαριστώ για όλα. O,τι έχω καταφέρει το οφείλω στο Μαρούσι που έκανε τα πάντα για μένα από την πρώτη μέρα που με έφερε από την Λάρισα. Το πρόγραμμά του και η οργάνωσή του ήταν ιδανικά για έναν νεαρό παίκτη με φιλοδοξίες. Δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω ό,τι κάνατε και να ξέρετε ότι θα σας νιώθω για πάντα σαν την οικογένειά μου, γιατί πάνω από όλα γνώρισα στοργή και σεβασμό". Είχε έρθει η στιγμή για τον Βασίλη Σπανούλη να ανέβει ακόμα ένα σκαλοπάτι. Το καλοκαίρι του 2005 ήταν ένα από τα πιο “καυτά” ονόματα του μεταγραφικού παζαριού και οι αιώνιοι άρχισαν να κονταροχτυπιούνται.
Ο Ολυμπιακός ήταν εκείνος που πρώτος τον προσέγγισε, αλλά με λάθος τρόπο. Η πρόταση 250.000 ευρώ και ούτε ένα παραπάνω ήταν αρκετή για να γεμίσει τον επαγγελματίας Βασίλη Σπανούλη, αλλά όχι το παιδί από την επαρχία που έχει μεγαλώσει και μάθει στις αξίες της οικογένειας. Όταν ο Παναθηναϊκός αποφάσισε να μπει στο παιχνίδι, χρειάστηκε μισή ώρα για να κλείσει το θέμα. Η πρότασή του ήταν 400.000 ευρώ ετησίως, πολύ χαμηλή ρήτρα για το ΝΒΑ (350.000 ευρώ) και κυρίως, προσωπική επαφή.
“Ο Ολυμπιακός μπορεί να έδειχνε και μέσω από τις εφημερίδες πως με ήθελε πολύ, αλλά εγώ δεν είχα καμία επικοινωνία. Με πλησίασαν αρκετές φορές άνθρωποι του Ολυμπιακού, αλλά η διαφορά που χώριζε τις δύο ομάδες και στο οικονομικό, αλλά και στο πως με πλησίασαν ήταν τελείως διαφορετική. Ο Παναθηναϊκός έδειχνε πως με θέλει με θέρμη. Από τον προπονητή, τους προέδρους, τον μάνατζερ, από όλους. Με έπαιρναν συνεχώς τηλέφωνο και αυτό δείχνει την μεγάλη τους θέληση να με φέρουν στον σύλλογο. Για παράδειγμα ο κ. Γιαννακόπουλος με πήρε τηλέφωνο τρεις, τέσσερις φορές και με πλησίασε και μου μίλαγε ασταμάτητα για πολύ ώρα, ενώ με τον κ. Αγγελόπουλο δεν έχω μιλήσει καθόλου".
Απ' τη στιγμή που δεν τον είχε τρομάξει το... τετράωρο ταξίδι Λάρισα-Αθήνα, δεν θα μπορούσε να αγχωθεί για τη διαδρομή Μαρούσι-Μαρούσι! Το πέρασμά του στον Παναθηναϊκό ήταν εξαιρετικά ομαλό και ο Σπανούλης ανταποκρίθηκε άμεσα στις απαιτήσεις. Στην πρώτη του χρονιά κατέκτησε το πρωτάθλημα με ρεκόρ 8-0 στα πλέι οφ και ο ίδιος είχε μια σειρά από προσωπικές διακρίσεις. Ήταν στην καλύτερη πεντάδα του ελληνικού πρωταθλήματος και στην δεύτερη πεντάδα της Ευρωλίγκα και πρώτος σκόρερ του τριφυλλιού στην ευρωπαϊκή διοργάνωση. Αυτό το κεφάλαιο έμοιαζε να ολοκληρώνεται σύντομα, πολύ σύντομα...
Chapter Four!
Από το καλοκαίρι του 2004, ο αριθμός “50” που επελέγη στο Ντραφτ τον ακολουθούσε, έστω κι αν ο ίδιος δεν το ήξερε πάντα. Οι Ρόκετς είχαν ένα επιτελείο ανθρώπων να παρακολουθεί τον Βασίλη Σπανούλη και το 2006 πίστεψαν ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή. Το ίδιο και ο 24χρονος γκαρντ, ο οποίος εκμεταλλεύτεται τον όρο στο συμβόλαιό του με τον Παναθηναϊκό και φεύγει σαν φίλος. Η τρέλα του ΝΒΑ, άλλωστε, ήταν στο μυαλό του από τότε που έπαιζε ηλεκτρονικά παιχνίδια και προσπαθούσε να κερδίσει το είδωλό του, τον Μάικλ Τζόρνταν.
Γύρω στις 20 Ιουλίου θα πέσουν οι υπογραφές και ο Σπανούλης με ένα αστρονομικό για τα ελληνικά δεδομένα συμβόλαιο θα αποφασίσει να περάσει στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. “Πολύ σύντομα όλοι θα δουν ότι είμαι ένας ανταγωνιστικός αθλητής", θα πει σε αμερικάνικα μέσα και θα συμπληρώσει: "Παίζω κάθε παιχνίδι και σε κάθε παιχνίδι. Αποτελεί μέρος της φύσης μου. Θέλω να αποτελέσω σημαντικό κομμάτι αυτής της ομάδας. Πιστεύω ότι είμαι 100% έτοιμος. Θεωρώ ότι το Χιούστον είναι το σωστό μέρος για μένα. Είμαι έτοιμος να κάνω το μεγάλο βήμα στην καριέρα μου. Το ΝΒΑ είναι το όνειρό μου. Πιστεύω ότι θα τα καταφέρω".
Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα που θα ακολουθήσει τον Αύγουστο θα είναι για εκείνον η πρώτη απόδειξη. Αρχικά στον εαυτό του και εν συνεχεία σε όλους τους υπόλοιπους, σε όσους δεν ήξεραν αν θα μπορέσει ο Σπανούλης να σταθεί στο ΝΒΑ. Μετά το παιχνίδι με τις Ηνωμένες Πολιτείας θα γραφτούν διθύραμβοι για την απόδοσή του, ειδικά από εκείνους που αργότερα θα τον χλευάζουν. Η ζωή στο Χιούστον, η προσαρμογή στους Ρόκετς δεν θα είναι όπως την περιμένει ο Σπανούλης και το μπάσκετ – αντίθετα με ό,τι πίστευε – δεν είναι το ίδιο παντού.
“Ήταν εντελώς διαφορετικά από την Αθήνα και την Ελλάδα. Όλα τα μαγαζιά κλείνουν στις 7 το απόγευμα και μετά δεν έχεις τι να κάνεις. Το Χιούστον και όλο το Τέξας γενικότερα είναι σαν ένα μεγάλο χωριό. Κάναμε πρωϊνές προπονήσεις στις 10 και μετά όλη η υπόλοιπη μέρα ήταν ελεύθερη. Εγώ είχα βρει κάτι φιλαράκια και κάθε μέρα πήγαινα σε μία ελληνική καφετερία, αράζαμε, μιλούσαμε για διάφορα θέματα, είχαν και δορυφορική τηλεόραση και βλέπαμε και ελληνικά κανάλια. Πολύ αργοί ρυθμοί ζωής και πολύ υγρασία. Στο Χιούστον όλη η πόλη περνούσε τη μέρα της σε ένα Mall ονόματι Galleria, δύο φορές πιο μεγάλο από αυτό της Αθήνας, αλλά γενικώς δεν κυκλοφορούσε κανείς στην πόλη”.
Ακόμα και μετά από καιρό, τα σχόλιά του για όσα έζησε δεν είναι θετικά. Είχε καλή σχέση με τους συμπαίκτες του, έζησε το όνειρο και κράτησε πολλές θετικές αναμνήσεις, όμως εκείνο το DNP (did not played) δίπλα στο όνομά του μετά το τέλος σχεδόν κάθε παιχνιδιού, δεν μπορούσε να το χωνέψει. Από τον Γενάρη του 2007 είχαν αρχίσει οι φήμες για επιστροφή του στην Ελλάδα. "Σκέφτομαι διάφορα, αλλά δεν μου αρέσει να παίρνω αποφάσεις εν θερμώ. Δεν είναι το καλύτερο για μένα που δεν παίζω. Όταν δεν έχεις συμμετοχή και κάθεσαι στον πάγκο, πολλά πράγματα περνούν από το μυαλό σου. Πολλές σκέψεις. Περνάω δύσκολες στιγμές είναι η αλήθεια. Πρώτη φορά συμβαίνει κάτι τέτοιο στην καριέρα μου. Πρέπει, όμως, να μείνω δυνατός, να παλέψω. Δεν το βάζω κάτω, δεν είναι τέτοιος ο χαρακτήρας μου”, θα πει σε συνέντευξή του σε ελληνική εφημερίδα στις 18 Ιανουαρίου και λίγο καιρό μετά θα προσθέσει:
“Αν δεν το έκανα, δεν θα ήμουν ο Βασίλης. Θα μου έμενε απωθημένο σε ολόκληρη τη ζωή μου, θα το κουβαλούσα μέσα μου. Είμαι περήφανος που αγωνίζομαι στο ΝΒΑ. Τώρα πια ξέρω. Ήλθα και είδα από κοντά. Στο μέλλον θα είμαι σε θέση να ζυγίζω τις καταστάσεις γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τι είναι το ΝΒΑ. Είμαι εγωιστής και πεισματάρης. Θα το παλέψω. Δεν είναι σωστός όποιος εγκαταλείπει εύκολα τις φιλοδοξίες του”. Η κόντρα του με τον Τζεφ Βαν Γκάντι θα ξεκινήσει και θα φτάσει τον Σπανούλη στα όριά του.
Το καλοκαίρι θα ξεκινήσει ένα ακόμα σίριαλ με τον Έλληνα γκαρντ να πιέζει με κάθε τρόπο για να μείνει ελεύθερος. Με τρόπος που σε πολλές περιπτώσεις έμοιαζε ως και... γραφκός, όταν ο εκπρόσωπός του έλεγε πως η μητέρα του Σπανούλη τον παίρνει τηλέφωνο και κλαίει. Ο άσος του Παναθηναϊκού θα επικαλεστεί προσωπικό πρόβλημα, θα δηλώσει ξανά και ξανά πως δεν αντέχει τη ζωή στις Ηνωμένες Πολιτείες και εμφανίζεται διατεθειμένος ακόμα και να πληρώσει τα 350.000 δολάρια που είναι το buy out για να φύγει από τους Ρόκετς.
Στην Ευρώπη οι ανοικτές αγκάλες είναι πολλές... Μπαρτσελόνα, Ολυμπιακός, ΤΣΣΚΑ, Ντιναμό Μόσχας. Ο Βασίλης Σπανούλης, όμως, είχε unfinished business.
abaddon Αρχαιος
Αριθμός μηνυμάτων : 2460 Ημερομηνία εγγραφής : 27/07/2009 Ηλικία : 46 Τόπος : Πειραιάς
Το σίριαλ θα λήξει τον Αύγουστο. Μέσω της ανταλλαγής με τους Σαν Αντόνιο Σπερς, ο Βασίλης Σπανούλης – που εν τω μεταξύ είχε ξεκαθαρίσει πως ούτε για τους Λέικερς δεν μένει στο ΝΒΑ – παίρνει τον δρόμο της επιστροφής. Ο Παύλος Γιαννακόπουλος το ανακοινώνει: "O Βασίλης Σπανούλης επιστρέφει στο σπίτι του, στην οικογένειά του. Είμαστε ευχαριστημένοι που το θέμα τελείωσε, παρά τις προσπάθειες κάποιων να εμποδίσουν τις εξελίξεις".
Λίγες μέρες μετά, ο Σπανούλης θα μιλήσει και πάλι για τον λόγο που επέλεξε τον Παναθηναϊκό, αντί του Ολυμπιακού. Αυτή τη φορά το οικονομικό δεν είχε απολύτως καμία σχέση, αφού οι φήμες ήθελαν τους ερυθρόλευκους να του προσφέρουν μέχρι και λευκή επιταγή... “Είχα προσφορά. Δεν την δέχτηκα και τώρα δεν θα ήθελα να εξηγήσω τους λόγους. Δεν θέλω να μιλήσω για οικονομικές προσφορές. Απλώς, ο Παναθηναϊκός ήταν αυτός που με κέρδισε, μου έδειξε πόσο πολύ με θέλει και πόσο πολύ με σέβεται πρώτα σαν άνθρωπο και μετά σαν αθλητή και τα ίδια ισχύουν και από την πλευρά μου. Το επαναλαμβάνω ότι υπάρχει αλληλοεκτίμηση και αλληλοσεβασμός και δεν υπήρχε καλύτερη επιλογή για μένα αυτή τη στιγμή από το να πάω στον Παναθηναϊκό".
Παρότι έχει αρνηθεί δύο φορές πρόταση του Ολυμπιακού, προτιμά να κρατάει χαμηλούς τόνους σχετικά με το μέλλον. Έχει πει ότι ίσως στο μέλλον να φορέσει τη φανέλα των ερυθρολεύκων, αφού “είμαι επαγγελματίας και δεν ξέρεις ποτέ πως τα φέρνει η ζωή”, ωστόσο προς το παρόν απολαμβάνει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό. Η σεζόν δεν ήταν για τον ίδιο, όπως ακριβώς την ήθελε, κυρίως λόγω του τραυματισμού του... Άργησε να ανεβάσει στροφές, αλλά όταν έφτασε η ώρα για το... απωθημένο του, τα ξέχασε όλα.
Το 1996 ήταν ένα παιδάκι που έπαιρνε την ευχή του μπαμπά... Το 2000 ένας επαγγελματίας παίκτης που πάσχιζε να κάνει το όνομά του γνωστό... Το 2005 έκανε το “μπαμ” με το Μαρούσι και αργότερα έπαιρνε μεταγραφή στον Πρωταθλητή Ευρώπης... Το 2007 βρισκόταν στο Χιούστον και παρακολουθούσε στην τηλεόραση. Το 2009 ήταν την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος.
“Για να είμαι ακριβής δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια πόσο πολύ θέλω αυτόν τον τίτλο”, είπε πριν αναχωρήσει ο Παναθηναϊκός για Βελιγράδι... Στο Ο2 ήταν ακόμα πιο ακριβής!
Extra features...
* Αγαπημένη του πόλη στο εξωτερικό είναι η Νέα Υόρκη και θέλει κάποια στιγμή να κάνει ένα ταξίδι στην Καραϊβική.
* Από τις πόλεις που επισκέφτηκε όσο έπαιζε στο ΝΒΑ, λάτρεψε το Λος Άντζελες και το ξενοδοχείο που ξεχώρισε ήταν το “Four Seasons” στο Μαϊάμι.
* Όταν βρίσκεται στην Ελλάδα, προτιμά να κάνει διακοπές στη Λάρισα και να ξεκουράζεται με τους παιδικούς του φίλους και από νησιά, προτιμά τη Μύκονο.
* Στο νησί των ανέμων γνωρίστηκε πέρυσι στο τριήμερο του Αγ. Πνεύματος με την Ολυμπία Χοψονίδου. Οι φήμες λένε πως ήταν αρραβωνιασμένος την ίδια εποχή και χώρισε όταν η μνηστή του είδε τις φωτογραφίες στα περιοδικά. Επίσης, λένε πως οργισμένος για την παρουσία παραράτσι δεν συνέχισε με το γνωστό μοντέλο, αλλά έγιναν ζευγάρι καιρό αργότερα.
* Όταν ήταν μικρός, έχανε συνέχεια στο “μονό” από τον αδελφό του, Δημήτρη.
* Το πιο ακραίο πράγμα που έχει κάνει θαυμάστρια για εκείνον, είναι να του προσφέρει σε μια σακουλίτσα ένα εσώρουχό της με αφιέρωση. Οι συμπαίκτες του τού έκαναν πλάκα για ένα χρόνο και ο ίδιος ντρεπόταν.
* Δεν έχει μάθει να μαγειρεύει και είναι φανατικός του delivery, ενώ ο γάμος δεν είναι στα άμεσα σχέδιά του.
* Τα πρώτα του χρήματα τα διέθεσε για να αγοράσει ρούχα και μέχρι σήμερα ξοδεύει πολλά λεφτά για την εμφάνισή του και του αρέσει το προσεγμένο ντύσιμο.
* Θα ήθελε να γευματίσει με τον Μάικλ Τζόρνταν, που είναι το παιδικό του είδωλο, κυρίως για την αυτοπεποίθηση που είχε.
* Του αρέσει κυρίως η ελληνική μουσική και ακούει Αντώνη Ρέμο και Βασίλη Καρρά.
* Κολλητός του εδώ και χρόνια είναι ο Νίκος Ζήσης, με τον οποίο μένουν στο ίδιο δωμάτιο από εποχή που ήταν συμπαίκτες στις μικρές Εθνικές ομάδες. Ο γκαρντ της ΤΣΣΚΑ τον κατηγορεί ότι δεν αντέχει “να χάνει ούτε ένα λεπτό του ύπνου του”.
Μαριάννα Αξιοπούλου gazzetta.gr
kokostur Παλιος
Αριθμός μηνυμάτων : 321 Ημερομηνία εγγραφής : 14/08/2009 Ηλικία : 54 Τόπος : Κώστας@Xανιά
Σαφώς και υπηρετώντας τον Παναθηναϊκό θα πρέπει να έχει κάποια αναφορά. Όμως η συμπεριφορά του στα τελευταία παιχνίδια, με τη φανέλα του μισητού γαύρου, σε κάνει να ξεχάσεις όλα όσα έκανε με εμάς.