Πάνε χρόνια από τότε που μας πρωτοσυστήθηκε ο Σωτήρης Νίνης. Προπονητής ήταν ο Βίκτορ Μουνιόθ, σε μια χρονιά που συνολικά αποδείχθηκε κάκιστη για τον Παναθηναϊκό, με διαφορά που άγγιξε τους 20 βαθμούς από τον πρωταθλητή Ολυμπιακό. Και η μόνη αχτίδα φωτός εκείνη τη χρονιά για τους φίλους των «πρασίνων» ήταν ο μικρός Σωτήρης ή «νέος Σαραβάκος».
Πάει περίπου ένας χρόνος από τότε που μας πρωτοσυστήθηκε ο Γιάννης Φετφατζίδης, σε εκείνα τα ματς με Σταντάρ και Ατρόμητο. Αλλά τότε πέρασε ουσιαστικά απαρατήρητος και τον μάθαμε για τα καλά φέτος. Τόσο καλά, που από ενάμισι παιχνίδι έχουμε άποψη για το πού πρέπει να παίζει, δίπλα σε ποιους και πίσω από ποιον για να είναι αποτελεσματικός.
Πάνε μερικά χρόνια από τότε που μπήκε στη ζωή μας ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος. Και μερικοί μήνες από τότε που ένας μικρός Μανωλάς, με όνομα βαρύ σαν ιστορία, φόρεσε τη φανέλα του θείου του και θύμισε ένδοξες στιγμές στους φίλους της ΑΕΚ. Λίγο πριν ή λίγο μετά βρήκαμε κι άλλους μικρούς ήρωες που τράβηξαν την προσοχή μας: τον Βέλλιο του Ηρακλή πέρυσι, τον Φορτούνη του Αστέρα και τον Σαλαλί του Πανιωνίου την Κυριακή που μας πέρασε, τον Κυριάκο Παπαδόπουλο και τον Κουτσιανικούλη πριν από μερικά χρόνια, τον Μαυρία και τον Βαλεριάνο πριν από λίγους μήνες. Διάφορους που εμφανίστηκαν και έμειναν, άλλους που εξαφανίστηκαν προς άγνωστη κατεύθυνση ή γνωστή και λαμπερή.
Και το θέμα μας, αντί να είναι τι μπορούν να γίνουν και πού μπορούν να φτάσουν, πόσο ψηλά και πόσο γρήγορα, είναι αν ο «Φέτφα» είναι καλύτερος του Νίνη, αν τον Βαλεριάνο τον γλυκοκοιτάζει η Ιντερ ή κάποια άλλη μεγάλη ομάδα, σε ποιανού τις ακαδημίες είχε πρωτοπάει ο Φορτούνης κι αν πιάσαμε κότσο τη Σάλκε πουλώντας της τον Κυριάκο για 2,5 μύρια ή έπρεπε να τον κρατήσουμε και να τον πουλήσουμε τα διπλά του χρόνου. Εν τω μεταξύ, αρχίζουμε να φουσκώνουμε τα μυαλά του εκάστοτε μικρού, αποκαλώντας τον Κουτσιανικούλη «νέο Μέσι», τον Σοϊλέδη «νέο Τζόλε», τον Νίνη «νέο Σαραβάκο», τους στίβουμε χωρίς να έχουν ωριμάσει ακόμα, παίρνουμε μερικές σταγόνες και απορούμε γιατί δεν έχουν παραπάνω ζουμί. Και θυμώνουμε ή απογοητευόμαστε που δεν προοδεύουν όσο περιμέναμε, που δεν εξελίσσονται, που βγαίνουν στα κλαμπ και τα μπουζούκια, που τους διπλαρώνουν κάτι ξανθιές με μικροσκοπικά φορέματα κι ακόμα πιο μικροσκοπικές αναστολές, που χάνουν τη φρεσκάδα και την κάψα που είχαν στην αρχή κι αρχίζουν να θυμίζουν «κανονικό ποδοσφαιριστή», με τις βαρεμάρες και τις παθογένειές του.
Ο θρύλος λέει ότι ο Ρονάλντο, πριν γίνει «φαινόμενο», ήρθε στην Ελλάδα ανάμεσα στις καραβιές των Βραζιλιάνων που έφερνε τότε ο ιδιοκτήτης της Καλαμάτας, ο κ. Παπαδόπουλος. Αλλά είτε δεν έδειξε κάτι εξαιρετικό είτε δεν ικανοποιήθηκε απ’ αυτά που βρήκε εδώ και προτίμησε να δοκιμάσει την τύχη του στην Ολλανδία και την PSV Αϊντχόφεν. Η συνέχεια της καριέρας του είναι γνωστή, αντίθετα μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε για το τι θα γινόταν αν είχε φορέσει τη φανέλα της «Μαύρης Θύελλας»: μια μεταγραφή λίγο πιο πάνω, μαζί με δύο νούμερα παντελονιού παραπάνω, χαλασμένο συκώτι από το αλκοόλ, μαύρα πνευμόνια από τη νικοτίνη και λίγη μπάλα «για το καλό» κάπου ανάμεσα. Κι όχι με ευθύνη της Καλαμάτας φυσικά, αλλά του σάπιου ελληνικού ποδοσφαίρου, της ανύπαρκτης ανάδειξης και αξιοποίησης ταλέντων, του σαχλού εγχώριου star-system, των υπερβολών που συνοδεύουν μισή καλή ενέργεια.
Ο Παπασταθόπουλος έφυγε και πρόκοψε. Ο Σαμαράς το ίδιο - μάλιστα επέλεξε από τα μικράτα του να μην μπλέξει με τη χαβούζα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, που ευτύχησε να μπει στο μάτι ενός αυστηρού δασκάλου σαν τον Μάγκατ, έχει ελπίδες να κάνει καριέρα. Οσοι μένουν πίσω, κινδυνεύουν να γίνουν υπερπρωταθλητές στα πρωτοσέλιδα και τις γκόμενες, αιώνια ταλέντα μέχρι τα 25 και τα 27 τους, «Ελπίδες» που δεν έγιναν ποτέ «Αντρες». Καμένα χαρτιά σε μια τράπουλα σημαδεμένη και σχισμένη, όπως είναι το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αφού δεν μας αξίζει να έχουμε ταλέντα - διότι δεν μπορούμε να τα χειριστούμε και να τα αξιοποιήσουμε, αφού δεν μπορούμε να βασιστούμε στον εγχώριο πλούτο κι επιλέγουμε τον εύκολο δρόμο του «εισαγόμενου» ας τους δώσουμε τις ευλογίες μας να πάνε στην ευχή του Θεού, σε μια χώρα, μια ομάδα κι έναν προπονητή που θα τους βοηθήσει να ανθίσουν. Διότι εμείς εδώ πέρα τους βοηθάμε μόνο να μαραθούν.
Δυστυχώς, το άρθρο αντικατοπτρίζει πέρα για πέρα την πραγματικότητα. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα, που δείχνει ξεκάθαρα τη νοοτροπία με την οποία μπολιάζεται η νεολαία στις ομάδες μας.
Ταξίδι επιστροφής από Βαρκελώνη μετά το βαρύ 5-1, προ λίγων ετών. Νέος μέσος της ομάδας με μακρύ μαλλί μιλάει στο "Βενιζέλος" μόλις φτάνουν Ελλάδα και λέει σε κάποιον δικό του στο τηλέφωνο, χαμογελώντας πλατιά: "Μαλάκα, με είδες; Έπαιξα στο Καμπ Νου" !!!
Ποιος ήταν εκεί από την ομάδα να του τραβήξει ένα κατακέφαλο και να του πει: "Τι λες ρε τσόγλανε; Ξέρεις για ποια ομάδα παίζεις; Αντιλαμβάνεσαι ότι ξεφτίλησες το σήμα της σήμερα; Και αντί να ντρέπεσαι, πετάς από τη χαρά σου; Ένα μήνα προπόνηση μόνος για τιμωρία. ΤΕΛΟΣ"
Πολύ φοβάμαι ότι και ο Νίνης βρίσκεται σε οριακό σημείο. Αν δεν ξεπεταχτεί φέτος, δεν ξέρω πότε!
Σαβ 25 Σεπ 2010, 16:36 από YIANNIS090807